Ο κερατόκωνος είναι μία εκφυλιστική, μη φλεγμονώδης νόσος του κερατοειδή χιτώνα. Πρόκειται για προοδευτικά εξελισσόμενη διαταραχή κατά την οποία παρατηρείται λέπτυνση του κερατοειδούς κεντρικά ή παρακεντρικά, με αποτέλεσμα να παίρνει κωνικό σχήμα. Η νόσος εκδηλώνεται συνήθως στην εφηβεία και η εξέλιξή της είναι προοδευτική μέχρι την τρίτη έως τέταρτη δεκαετία της ζωής, όπου μετά ακολουθεί βραδεία εξέλιξη. Στο 85% των περιπτώσεων προσβάλλονται και οι δύο οφθαλμοί, ωστόσο η εξέλιξη της προσβολής μπορεί να είναι εξαιρετικά ασύμμετρη. Η συχνότητα εμφάνισης του κερατοκώνου στο γενικό πληθυσμό κυμαίνεται από 50-230 ανά 100.000 άτομα. Ο κερατόκωνος θεωρείται μία πολυπαραγοντική ασθένεια με ασαφή αιτιολογία.
Συμπτώματα:
Οι ασθενείς με κερατόκωνο αντιμετωπίζουν διάφορα συμπτώματα που επηρεάζουν την καθημερινή τους ζωή. Αυτά τα συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνουν:
Μείωση της οπτικής οξύτητας: Οι ασθενείς εμφανίζουν δυσκολία στην ευκρίνεια της όρασής τους και επιδεινώνεται η ικανότητά τους να δουν σαφώς αντικείμενα.
Απότομη αύξηση του αστιγματισμού: Ο αστιγματισμός αυξάνεται αισθητά στους ασθενείς με κερατόκωνο, καθιστώντας δύσκολη την εστίαση σε αντικείμενα και προκαλώντας παραμορφωμένη όραση.
Παραμορφωμένη όραση σε όλες τις αποστάσεις: Οι ασθενείς αντιμετωπίζουν παραμορφωμένη όραση, όπου τα αντικείμενα φαίνονται παραμορφωμένα, στραβά ή απόκοσμα.
Ανεπαρκής νυχτερινή όραση: Ο κερατόκωνος μπορεί να προκαλέσει δυσκολίες στην όραση του ασθενούς κατά τη διάρκεια της νύχτας, ειδικά υπό συνθήκες χαμηλού φωτισμού.
Μονόφθαλμη διπλωπία: Οι ασθενείς μπορεί να αντιληφθούν μονόφθαλμη διπλωπία, όπου ένα αντικείμενο φαίνεται να είναι διπλό σε μόνο ένα μάτι.
Διάγνωση:
Για τη διάγνωση του κερατόκωνου, χρησιμοποιούνται πολλές διαδικασίες και τεστ. Οι συνηθέστερες μέθοδοι περιλαμβάνουν:
Τοπογραφία του κερατοειδούς: Μια τοπογραφία του κερατοειδούς χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση του σχήματος της επιφάνειας του κερατοειδούς (Pentacam – Placido). Αυτή η διαδικασία μετρά την καμπυλότητα της επιφάνειας και αποκαλύπτει τυχόν ατέλειες ή αποκλίσεις.
Οφθαλμοσκόπηση: Ο οφθαλμίατρος εξετάζει το μάτι με έναν οφθαλμοσκόπο για να ανιχνεύσει τυχόν αλλαγές στο σχήμα του κερατοειδούς και τη διαμόρφωση του κερατοειδούς.
Συνολική όραση: Ο οφθαλμίατρος ελέγχει τη συνολική όραση του ασθενούς χρησιμοποιώντας ελέγχους όρασης και τεστ διόρθωσης.
Ο κερατόκωνος είναι μια εκφυλιστική πάθηση του κερατοειδούς που προκαλεί σημαντικές αλλαγές στο σχήμα του ματιού και επηρεάζει την όραση των ασθενών. Η διάγνωση του κερατόκωνου περιλαμβάνει διάφορες εξετάσεις και τεστ, ενώ η θεραπεία εξαρτάται από τη σοβαρότητα της νόσου. Η χρήση γυαλιών, σκληρών φακών επαφής και ειδικών φακών επαφής είναι κοινές επιλογές, ενώ η χειρουργική μπορεί να απαιτηθεί σε προχωρημένες περιπτώσεις.